Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα...



Φθόνος Νεοελλήνων που υπέπεσαν στην αντίληψή μου και μία εξαίρεση:

1.  Όταν με παρέμβαση του Καραμανλή ο Δημήτρης Χατζής αμνηστεύτηκε (είχε καταδικαστεί εις θάνατον κατά τον εμφύλιο, αμέσως μετά την εκτέλεση του αδελφού του), ήλθε στη Ελλάδα από την Ουγγαρία (φέροντας, κατά κάποιον τρόπο μαζί του, και το έξοχο ΔΙΠΛΟ ΒΙΒΛΙΟ), άρχισε να διδάσκει λογοτεχνία (ύστερα από πρόσκληση τής τότε πρυτανείας) στο Πανεπιστήμιο Πατρών.

Οπότε λύσσαξε ο Παπανούτσος (τον οποίο εξακολουθώ να θαυμάζω -αν και διαφωνώ μαζί του σχεδόν σε... όλα) και είπε "ή αυτός ή εγώ"! Και τον διώξανε τον άνθρωπο.

Ο ηθικός, κατά τα άλλα Παπανούτσος, συμπεριφέρθηκε μικρόψυχα και φθονερότατα, αδιαφορώντας ακόμη και για το εάν ο πρόωρα γερασμένος Χατζής είχε να φάει ή να πληρώσει το νοίκι...

2.  Στον καιρό μου, "βασιλιάς" τής Οικονομικής Ιστορίας ήτανε ο Γιώργος Δερτιλής, το οποίον επίσης θαυμάζω και για τον ποιόν τής σκέψης του και για όσα με έμαθε όταν βρέθηκα ως μεταπτυχιακός υπό την καθοδήγησή του. Από την άλλη, όμως θυμάμαι ότι και αυτός είχε λυσσάξει να μην έρθει στο ΕΚΠΑ ο Βεργόπουλος (που τότε δίδασκε Οικονομική Ιστορία στο Παρίσι) γιατί το έργο τού Βεργόπουλου ήταν πρόχειρο, ατεκμηρίωτο κλπ κλπ. (Εδώ που τα λέμε, πράγματι, πολλοί σοβαροί επιστήμονες αμφισβήτησαν την επιστημοσύνη του Βεργόπουλου, ενώ του Δερτιλή ουδείς.) 

3.  Επί χρόνια, ακόμη και σήμερα, άφθονος ρέει ο φθόνος και για το Σεφέρη, ότι τάχα τον κάλεσε η βασίλισσα του ΗΒ και του είπε, ναι μεν μου αρέσεις, αλλά, ρε παιδί μου, άλλαξε το "Κύπρον ου μ΄ εθέσπισεν". Έστερξε ο Σεφέρης και το έκανε "Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄", εξ ου και το... Νόμπελ. (Αυτόν το μύθο επαναλαμβάνει όπου βρεθεί και όπου σταθεί ο Χριστιανόπουλος).

4.  Κλείνω με μια προσωπική εκμυστήρευση: ένας από τους λόγους για τον οποίο θαυμάζω το Νίκο Δήμου είναι η γενναιοδωρία του προς άλλους καλλιτέχνες: θυμίζω ότι ο Νίκος Δήμου μίλησε πρώτος για την αξία τού Σαββόπουλου (όταν ούτε και ο Νιόνιος μπορούσε να τη διανοηθεί) και ότι επίσης πρώτος ο Νίκος Δήμου αποκάλυψε την αξία της Κικής Δημουλά, όταν όσοι τη διάβαζαν φοβόντουσαν να παραδεχτούν πως είχαν μπροστά τους μια ποιήτρια πρώτης τάξεως.

Μετά τιμής,

Κάπα



Προφανής και λανθάνων φθόνος (Οι δικοί μου φθόνοι)

Προσωπικά δεν είχα καμία δυσκολία να θυμηθώ (προχθές) το φθόνο τών "άλλων, όχι όμως και το δικό μου, οπότε ας τον εκμυστηρευτώ:

Στις αρχές τού χρόνου ήμασταν σε πολύ δύσκολη θέση: είχαμε στεγνώσει οικονομικά (όντας... κουρεμένοι), το κράτος διέκοψε την ετήσια δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη τού παιδιού κι εμείς χρειαζόμαστε απεγνωσμένα τουλάχιστον 20 με 25 χιλιάδες δολάρια μέχρι το Μάη, για να πάμε στις ΗΠΑ και να προμηθευτούμε τα φάρμακα.

Επειδή ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται, έπαιξα τζόκερ (είχε φτάσει τα εφτά εκατομμύρια) και φυσικά δεν κέρδισα τίποτε.

Κέρδισε όμως τα εφτά εκατομμύρια κάποιος στο... αρκτικό Νευροκόπι Δράμας (τοπωνύμια κι αυτά) και τον φθόνησα τον τυχερό (καλή του ώρα) όσο δεν παίρνει!

Η πλάκα είναι ότι λίγες βδομάδες μετά, έπαιξα ξανά τζόκερ (τυχαία αγορασμένο σύστημα με 16 αριθμούς για τριάντα ευρώ) και ήμουνα το μοναδικό πεντάρι (ούτε εξάρι υπήρχε).

Χαρά κακό!!! Βλέπετε είμαι άσχετος. Να μην τα πολυλογώ, αντί όμως να κερδίσω 270 χιλιάδες (πολλοί τότε θα με φθόνησαν κι εμένα) τελικά κέρδισα 5000 ευρώ, οπότε καλύψαμε κάποια από τα έξοδα της Αμερικής...

Έχω κι άλλους φθόνους μέσα μου, πολλούς και μικρόψυχους που διόλου δεν με τιμούν κι όσο μπορώ τους καταπολεμώ.

Αλλά είπαμε, πιο άνετα φανερώνει κανείς τις παθολογίες, τις εμμονές του και τις ζήλιες των άλλων, παρά για τις δικές του.

Μήπως όμως και αυτό δεν είναι λανθάνων φθόνος;

Με εκτίμηση,
Κάπα


Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Οι δυο γιαγιάδες που αγάπησα

Προπολεμικά, έδινε κι έπαιρνε ο θεσμός τού ψυχογιού ή τής ψυχοκόρης: μια φτωχή οικογένεια παρέδιδε το αγοράκι ή το κοριτσάκι τους σε κάποια σχετικά ευκατάστατη οικογένεια με την ελπίδα ότι οι "θετοί" γονείς, για αντάλλαγμα στις μικροδουλειές του, θα του πρόσφεραν μια κάποια προοπτική μετά την ενηλικίωσή του.

Αν ήταν κορίτσι (που έπλενε, σκούπιζε και μαγείρευε), στα δέκα οχτώ τού έδιναν ένα ποσό για προίκα ή και το πάντρευαν, Εκτός αν ερχόταν ο πατέρας της, έπαιρνε τα λεφτά και την πετούσε στο δρόμο...

Αν ήταν αγόρι τού πρόσφεραν θέση στην επιχείρηση ή μαθητεία σε κάποια Τέχνη ή Σπουδή ή τον κρατούσαν δούλο στα χωράφια εφ΄ όρου ζωής. (Γι΄αυτό συχνά τις ψυχοκόρες και τούς ψυχογιούς τούς αποκαλούσαν αντιστοίχως "δούλα" και "χαμάλη", ή "κόρη" και "λεβέντη", ανάλογα με το ποιόν τής εκάστοτε οικογενείας.)

Κλασικό (και όχι πολύ σπάνιο) παράδειγμα τυχερού ψυχογιού αποτελεί ο πατέρας τού "αυτοβιογραφούμενου" ιστορικού Γιώργου Δερτιλή, που ως ψυχογιός μαθήτευσε σε οικογένεια σαράφηδων, έγινε χρυσοχόος και παντρεύτηκε την κόρη τού θετού του πατέρα, μαζί και την περιουσία της, εξ ου και η αστική καταγωγή τού ιστορικού Δερτιλή!

Προπολεμικά είχε και η γιαγιά μου μία ψυχοκόρη που την καλοπάντρεψε. Χρόνια αργότερα μάς χτύπησε την πόρτα μία καλοστεκούμενη εξηντάρα κι όταν αντάμωσαν με τη γιαγιά...

Κάπως έτσι (κι αφού δεν είχα πατέρα τής προκοπής) βρέθηκα με δύο γιαγιάδες. Με δυο υπέροχους ανθρώπους. Η μία με μεγάλωσε και η... θετή με σπούδασε, μ΄ έκανε δηλαδή ψυχογιό της! Κι οι δυο μαζί με αναστήσανε, έτσι νιώθω, εξ ου και ο απέραντος σεβασμός (και η συγκίνηση) που αισθάνομαι όταν με επισκέπτονται οι γιαγιάδες μαθητών και φοιτητών, ζητώντας μου μικροχάρες.

Ο Φώτης λέει πως αν κάποιος έχει μέσα του αγωγή, αγάπη και σεβασμό, βρίσκει χίλιες δυο προφάσεις για να αγαπήσει και να σεβαστεί τον "άλλον". 

Όπως και το αντίθετο: αν είναι μέσα του ξεδιάντροπος, αγνώμων και ασεβής, πάλι βρίσκει χίλιες δυο δικαιολογίες για να συμπεριφερθεί ρατσιστικά και βέβηλα.

Με εκτίμηση,

Κάπα

Η ποίηση στη ζωή και στη διδασκαλία

1.
Η Ποίηση, ως μετάδοση συγκίνησης (ο ορισμός ανήκει στο Σεφέρη) είναι σκέτη καταστροφή όταν μεταφέρεται στην καθημερινή ζωή, η οποία ως γνωστόν απαιτεί ορθολογικές λύσεις ("η ζωή είναι επίλυση προβλημάτων", έλεγε ο Πόπερ) και όχι ενθουσιασμούς, θυμούς, κλάψες ή βαριά χάχανα και παρατεταμένες εσκεμμένες ή μη υστερίες.

Όμως και αυτή η διαπίστωση (που αποκλείει την "ποίηση" από την καθημερινότητα) ανήκει επίσης στο Σεφέρη - δες τον προ αμνημονεύτων ετών, περίφημο διάλογο του (για την Ποίηση) με τον νεοπλατωνιστή (μπρρρρ...) Κωνσταντίνο Τσάτσο.

2.
Η Ποίηση, τώρα, κατά τη εκπαιδευτική διαδικασία (διδασκαλία) είναι κάτι εντελώς το διαφορετικό. Εκεί, ναι, ο δάσκαλος καλείται να συμμετάσχει στην μετάδοση συγκίνησης. Και πάντως, όχι κατ΄ ανάγκην χοροπηδώντας πάνω στα θρανία ή σχίζοντας τις εισαγωγές των ανθολογίων. (Αυτός ο παιδαγωγικός λαϊκισμός, αργά ή γρήγορα, ξεθυμαίνει από τερτίπια και τεχνάσματα, τα οποία, κατά την ταπεινή μου γνώμη, επιδιώκουν μάλλον να καλύψουν την ουσία με ηχητικά, φραστικά ή και... χορευτικά σοκαριστικά πυροτεχνήματα.)

3.
Πριν καμιά δεκαριά χρόνια, μου τηλεφώνησε ένας πατέρας, φανερά ενοχλημένος, επειδή εντόπισα στο γιο του φλέβα λογοτεχνική και εκθείασα δημοσίως ένα εκπληκτικό και πρωτότυπο κείμενό του για το "Ψαράκι της Γυάλας" του Μάριου Χάκκα.

"Μας έχετε δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στην οικογένεια", παραπονέθηκε ο ευγενέσταστος αλλά ανάστατος πατήρ: "ο Αντρέας ισχυρίζεται ότι εξαιτίας σας συνειδητοποίησε τώρα, στην Γ΄ Λυκείου, πως κακώς τον ωθήσαμε κατά την Ιατρική και την Κτηνιατρική, αφού μέσα του βαθιά ανέκαθεν τον συνάρπαζε η λογοτεχνία (Ποίηση και Πεζογραφία). 

"Και κάθεται τώρα και απελπίζεται. Άλλο δε σκέπτεται, τον νου του τρώγει αυτή η τύχη", θα συμπληρωνε ο Αλεξανδρινός, . .

5.
Δεν ξέρω αν ενδιαφέρεται κανείς για τη συνέχεια. Θα αφήσω προς ώρας τη φαντασία σας να... καλπάζει.

Με εκτίμηση,

Κάπα

Λιοντάρι από πέτρα

Οι Γερμανοτσολιάδες στήσανε τους 120 και καρτέραγαν τις τουρτούρες να τους τελειώσουν. Ο πατέρας τού Φώτη είπε στους διπλανούς του ότι δεν γλιτώνουν και πρότεινε αυτός να πάει ευθεία, οι άλλοι στα πλάγια κι όποιος γλιτώσει.

Εκείνον που έτρεξε αριστερά τον φάγανε οι ταγματαλήτες, τον άλλον δεξιά τον χτυπήσανε στο πόδι οι Γερμανοί, αλλά γλίτωσε πέφτοντας στη βαθιά ρεματιά, ενώ τον πατέρα τού Φώτη δεν τολμήσανε να του ρίξουνε γιατί πέρασε ανάμεσα στους εκτελεστές και μετά βούτηξε με τα μούτρα κι αυτός στα πυκνά βάτα, τις σκλήθρες και τα γαϊδουρόγκαθα...

Με τον καιρό όλη η αποδώ μεριά χτίστηκε, κρατώντας όμως απόσταση από το μονίμως καταπράσινο και "σκοτεινό" ρέμα, ώσπου, λίγο μετά τη Χούντα, πήρανε απόφαση να το σκεπάσουνε.

Φέρανε μηχανήματα και τότε ο καθένας έβρισκε εκεί μέσα, στις άλλοτε πανύψηλες, καλυμμένες όχθες, ό,τι μπορούσε να φανταστεί - κυρίως γερμανικά κράνη, παλιές αραβίδες με σαπισμένα κοντάκια, κούφιες σφαίρες και το επί τουρκοκρατίας πεζούλι που είχε από... καιρό ξεχαστεί και τώρα το χαζεύαμε ούλοι, γιατί είχε χτιστεί με πέτρες από κάποιο αρχαίο μνημείο ή κάτι τέτοιο, λέγανε οι μεγάλοι...

Την ανάσα έκοβε μια πέτρα (όσο ένας μέτριος πίνακας) με ένα σκαλισμένο λιοντάρι. Ήρθε η Αστυνομία, κακό. Ανεβήκανε πάνω στον "τουρκότοιχο", τον σακάτεψαν (βοήθησαμε κι εμείς) και βγάλανε το λιοντάρι, που όμως αποδείχτηκε πολύ νεότερο - από αυτά που βάζανε το 19ο αιώνα οι κληρονόμοι των τουρκοκοτσαμπάσηδων καπεταναίων και τοκογλύφων στην είσοδο των σπιτιών τους, μιμούμενοι τάχα ερλαδικά οικόσημα.

Μετά από μήνες ήρθε επιτέλους ένας αρχαιολόγος (μανιακός και ροδοκόκκινος σαν μονίμως μεθυσμένος) που τράβαγε τα μαλλιά του, γιατί στην προσπάθειά μας να βγάλουμε το άσημο οικόσημο, καταστρέψαμε ένα αρχαίο τοίχο που έφτανε ως απάνω στην τσιμεντένια γέφυρα η οποία επίσης είχε κάτσει σε ρωμαϊκά θεμέλια.

Μας ρώτησε ποιος σακάτεψε τον τοίχο κι όταν του είπαμε άρχισε να βρίζει κι εμάς και τις οικογένειές μας και την αστυνομία!!!

"Κωλόπαιδα, γαμώ το σόι σας, γινήκατε κι αρχαιολόγοι, Ουστ από δω, είπα! 

Με εκτίμηση,