Κείμενο που διανεμήθηκε στον κυπριακό Τύπο
Του συγγραφέα/εκπαιδευτικού Κωνσταντίνου Καλλίμαχου, Εκπροσώπου του Κυπριακού Συνδέσμου Στήριξης Ατόμων με Επιληψία
Του συγγραφέα/εκπαιδευτικού Κωνσταντίνου Καλλίμαχου, Εκπροσώπου του Κυπριακού Συνδέσμου Στήριξης Ατόμων με Επιληψία
1. Το
θέμα που θα μας απασχολήσει, αγαπητοί αναγνώστες, αφορά, πρωτίστως, στο κατά
πόσον είναι επιτρεπτό να νοθεύονται τα όρια μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής Παιδονευρολογίας,
κατά πόσον είναι ηθικό να συγχέονται (ηθελημένα ή ανεπιγνώστως) τα σύνορα
μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας στον τομέα τής Παιδονευρολογίας, και στη
συνέχεια, κατά πόσον είναι αντικειμενικά ορθό και δεοντολογικά αποδεκτό η
πολιτεία να επιβάλει το «ισόκυρον» π.χ., μεταξύ τής αρνητικής γνωμάτευσης τού
ιδιώτη παιδονευρολόγου (από τον οποίο «αγοράζει υπηρεσίες») με εκείνη τού
δημοσίου λειτουργού/παιδονευρολόγου, ιδίως όταν πρόκειται να εξετασθούν
αιτήματα και διεκδικήσεις δικαιωμάτων από ασθενείς, σε άτυπα ή θεσμοθετημένα
ιατροσυμβούλια.
2.α Προτού, όμως, αγαπητοί συμπολίτες, εξετάσουμε
τις νομικές, ηθικές και ανθρωπιστικές πτυχές τού εν λόγω ζητήματος, σπεύδω (προς αποφυγήν παρεξηγήσεων), να
διευκρινίσω ότι καλώς πράττει η
Πολιτεία και «αγοράζει υπηρεσίες» γενικώς
από ιδιώτες γιατρούς και ειδικώς από
παιδονευρολόγους. Μάλιστα, υπερθεματίζοντας, θα έλεγα, ότι μακάρι η Πολιτεία να
θεσμοθετήσει και να εμπλουτίσει περαιτέρω
το θεσμό αυτό, μιας και το κίνητρο είναι ιερό: η διασφάλιση των δικαιωμάτων τού
πολίτη στη ζωή και την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη.
2.β Ως εκ τούτου, ας μη βιαστεί ο καλόγνωμος
αναγνώστης να υποθέσει ότι (ως πατέρας άρρωστου παιδιού, ενεργός πολίτης και
Εκπρόσωπος τού Κυπριακού Συνδέσμου Στήριξης Ατόμων με Επιληψία), αντιτίθεμαι
στο να «αγοράζει» η Πολιτεία «υπηρεσίες» από γιατρούς και κλινικές τού
ιδιωτικού τομέα (τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου). Τουναντίον, πεποίθησή μου
είναι ότι αξίζουν συγχαρητήρια στους ιθύνοντες τού Υπουργείου Υγείας, επειδή,
παρά την οικονομική κρίση και τη δεινή κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει
πλέον τα δημοσιονομικά μας, ωστόσο καταβάλλουν φιλότιμες και αξιέπαινες
προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση.
Α. Ας
επιστρέψουμε, τώρα, αγαπητοί συμπολίτες, στο ζητούμενο με άλλη διατύπωση:
πρέπει ή δεν πρέπει να υφίστανται διακριτά όρια και εξουσίες μεταξύ τών ιδιωτών
παιδονευρολόγων από τους οποίους η Πολιτεία «αγοράζει υπηρεσίες», και των άλλων
παιδονευρολόγων που είναι δημόσιοι λειτουργοί; Γιατί, όμως, θα πρέπει να
υπάρχουν διακριτά όρια και εξουσίες, αναρωτιέται εύλογα ο αναγνώστης και
απαντώ: επειδή ανήκουν σε διαφορετικής φύσεως νομικά πρόσωπα.
Α.1α Πρώτα
πρώτα, ο ιδιώτης παιδονευρολόγος, ως απασχολούμενος, ιδίως εάν έχει συστήσει
και εταιρία, υπόκειται στις πρόνοιες των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου και
ως γνωστόν οφείλει να υπακούει αυστηρά στον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας (τού
Ιατρικού Συλλόγου) υπέρ των ασθενών του, από τους οποίους αμείβεται οικονομικά.
Εάν τύχει και οι πελάτες/ασθενείς του έχουν την εντύπωση ότι εξετάζει τα παιδιά
τους επιπόλαια ή ότι είναι απότομος, αγενής, προσβλητικός, απαξιωτικός,
ασυνεπής ή και ενοχλητικά ιδιότροπος, ουδείς μπορεί να τον ψέξει και καμία
καταγγελία εις βάρος του δεν μπορεί να τον αγγίξει. Η «τιμωρία» του μπορεί,
όμως, να επέλθει διά του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης: αργά ή γρήγορα οι
πελάτες/ασθενείς του θα τού γυρίσουν την πλάτη.
Α.1β Από
την άλλη, ο δημόσιος λειτουργός/παιδονευρολόγος, θα έλεγαν οι Γαλλογερμανοί
νομοθέτες, δεν υπόκειται στην τιμωρία του νόμου τής προσφοράς και της ζήτησης.
Ο γιατρός τού δημοσίου υπόκειται σε άλλες διαδικασίες ελέγχου, αξιολόγησης και
«αποζημίωσης»-μισθοδοσίας. Επιπλέον, είναι υποχρεωμένος να διαχειρίζεται
εξουσίες που προβλέπονται ρητά, λόγω τής θέσης και της ειδικότητάς του και να
μετέχει σε δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη φύση τού νομικού
προσώπου στο οποίο υπάγεται. (Η Παιδιατρική Κλινική Του Μακάρειου Νοσοκομείου, ως
γνωστόν, είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και όχι Ιδιωτικού, όπως είναι τα
ιδιωτικά ιατρεία/εταιρίες.)
Α.2 Εάν,
αγαπητοί συμπολίτες, ισχύουν τα παραπάνω, προκύπτει πως δεν επιτρέπεται να νοθεύουμε
εντελώς τα όρια μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας Παιδονευρολογίας, ακόμη κι όταν η
πρώτη «πουλάει υπηρεσίες» στο Κράτος κι εκείνο τις αγοράζει. Προκύπτει ότι
είναι νομικά και ηθικά επιβεβλημένη η ρητή διάκριση της «ιδιωτικής σφαίρας» από
τη «δημόσια» και στον τομέα της Ιατρικής γενικώς, και της Παιδονευρολογίας
ειδικώς.
Β. Έχοντας,
τώρα, κατά νου, τα παραπάνω, ερχόμαστε να εξετάσουμε το «ισόκυρον» των ιατρικών
γνωματεύσεων οι οποίες κάποτε ζητούνται από ιδιώτες παιδονευρολόγους (που «πωλούν
υπηρεσίες» στο κράτος) στα θεσμοθετημένα ιατροσυμβούλια (όπου εξετάζονται
αιτήματα ασθενών για επιδοτούμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στο εξωτερικό) ή
και στις άτυπες συναντήσεις με τον Υπουργό, όπου (για ανθρωπιστικούς λόγους) μπορεί
να προσφύγει κανείς, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν πρόκειται για ασθένειά
πολύ βαριά, πολύ σπάνια, και η οποία απαιτεί εξαιρετικά πολύπλοκη και πολυέξοδη
θεραπεία εκτός Κύπρου.
Β.1 Κατά τη γνώμη μας, είναι εντελώς αντιδεοντολογικό
να αντιμετωπίζεται τυφλά (από μέρους τής Πολιτείας) η αρνητική και μόνο η
αρνητική εισήγηση τού όποιου ιδιώτη παιδονευρολόγου, ο οποίος «πουλάει
υπηρεσίες» στο κράτος (άρα εξαρτάται απολύτως από αυτό και ενδόμυχα ίσως
αισθάνεται πως οφείλει να του κάνει τα χατίρια –αν θέλει να τού ανανεώνουν το
συμβόλαιο) και ιδίως όταν πρόκειται για παιδονευρολόγο τον οποίο, μήνες πριν,
οι γονείς τού άρρωστου παιδιού τον είχαν, ας πούμε, εμμέσως «απορρίψει» (οπότε, εκείνος, ηθελημένα ή όχι, ενδέχεται να μεροληπτεί).
Σε
αυτήν την περίπτωση, εύλογα εικάζεται ότι η
σύζευξη της ιδιωτικής Παιδονευρολογίας με τη δημόσια καθίσταται ηθικά και
νομικά έωλη, και ελέγχεται ως σκανδαλώδης, στο βαθμό που, (ίσως από πλάνη
είτε ανεξέταστα ή και ελαφρά τη καρδία) στερεί
δικαιώματα από ένα παιδί με αποδεδειγμένη
σπάνια ασθένεια και τεκμηριωμένη
πολύπλοκη θεραπεία.
Β.2 Εδώ
θα πρέπει να θυμίσουμε το αυτονόητο δικαίωμα κάθε ασθενούς να επιλέγει το
γιατρό του, να υπογραμμίσουμε το αυτονόητο δικαίωμα των γονιών να επιλέγουν τον
ιδιώτη παιδονευρολόγο τού βαριά άρρωστου παιδιού τους, με τα δικά τους κριτήρια
και με γνώμονα το συμφέρον τής υγείας τού παιδιού τους και μόνο αυτού. (Αντίστοιχο
δικαίωμα δεν έχει κάθε πολίτης/ασθενής με
τους παθολόγους, τους ορθοπεδικούς, τους ψυχιάτρους και τους οδοντιάτρους του
ιδιωτικού τομέα; Γιατί αυτό θα πρέπει να το… στερηθούν οι γονείς με άρρωστα
παιδιά;)
Ως
εκ τούτου, επιβάλλεται να τονιστεί εμφατικά (σε εκείνους που εθελοτυφλούν) το αυτονόητο
δικαίωμα των γονιών, ύστερα από ώριμη και ορθολογική σκέψη, να αποφασίσουν
ποιον ιδιώτη παιδονευρολόγο θα επιλέξουν και εμμέσως ποιον θα «απορρίψουν»,
αφού πρώτα τον «δοκιμάσουν», οπότε ίσως τον πικράνουν (γιατί, βλέπετε, ζούμε μια μικρή κοινωνία και τίποτε δεν περνάει απαρατήρητο).
Β.3 Εάν, για παράδειγμα, εγώ κλείσω ένα
ραντεβού σε ένα συγκεκριμένο ιδιώτη παιδονευρολόγο και στη συνέχεια δεν
ξαναπατήσω στο ιατρείο του, αυτό πάει να πει ότι ο εν λόγω παιδονευρολόγος δεν
είναι πλέον επιλογή μου και φυσικά εκείνος δεν είναι τόσο κουτός ώστε να μην το
αντιληφθεί. Ενδεχομένως, μάλιστα (ανάλογα με την ψυχοσύνθεσή του, τη μικροψυχία
ή τη μεγαλοψυχία του), να νιώσει, κατά το μάλλον ή ήττον, «απόρριψη», ίσως και
πικρία και δεν πρέπει να τον αδικούμε γι΄ αυτό (ανθρώπινο είναι). Εξάλλου, ποιος
ελεύθερος επαγγελματίας χαίρεται, όταν χάνει πελάτες και μάλιστα σε καιρούς
δίσεκτους; Ξέρετε εσείς κανέναν;
Β.4 Εάν, στη συνέχεια, εγώ καταφύγω στον καθ ύλην
αρμόδιο εκπρόσωπο της Πολιτείας, με αίτημα τη διακομιδή τής βαριά άρρωστης
κόρης μου (με την πολύ σπάνια ασθένεια και την εξαιρετικά πολύπλοκη και
ασυνήθιστη θεραπευτική αγωγή), εάν, λοιπόν, εγώ αποταθώ, ας πούμε, στον Υπουργό,
διεκδικώντας για άλλη μια φορά (όπως έκανα τα προηγούμενα επτά χρόνια) δωρεάν
επανεξέταση και θεραπεία σε συγκεκριμένη κλινική των ΗΠΑ (η οποία έδωσε στην
κόρη μας το φιλί της ζωής, όταν στην Ευρώπη την είχανε ξεγράψει ακόμη και οι
ειδικοί των ειδικών), εάν, λοιπόν, αγαπητοί συμπολίτες, εγώ προστρέξω στη
διακριτική ευχέρεια/εξουσία) τού Υπουργού Υγείας, με το παραπάνω αίτημα, και ο
Υπουργός (εν αγνοία του, ασφαλώς) ζητήσει τη γνώμη τού γιατρού τον οποίον εμείς
ως οικογένεια (για δικούς μας λόγους, καλώς ή κακώς) τον έχουμε εμμέσως «απορρίψει»,
τότε, τι φαντάζεστε ότι θα συμβεί;
Τι
πιθανότητες υπάρχουν ώστε ο (δικαίως ή αδίκως) «πικραμένος» γιατρός ιδιώτης που
«απορρίψαμε» (και που ίσως νιώθει, εξαιτίας μας, και «προσβεβλημένος») να
στηρίξει το αίτημά μας για επιδότηση τής επανεξέτασης και θεραπείας τού παιδιού
μας στο εξωτερικό (κατ΄ εξαίρεσιν και για ανθρωπιστικούς λόγους) όπως συνέβαινε
κατά τα προηγούμενα επτά χρόνια;
Β.5 Εκλεκτοί αναγνώστες, αφήνουμε την
απάντηση στην κρίση σας και αφιερώσουμε το κείμενό μας στη μνήμη της λατρευτής
μας Γούλας Στυλιανίδου, η οποία, ως δημόσια Παιδονευρολόγος, όσο ζούσε,
επανειλημμένα, κονταροκτυπήθηκε με τη γραφειοκρατία, προκειμένου να διακομισθεί
η βαριά άρρωστη κορούλα μας στις ΗΠΑ (όπου και σώθηκε), αλλά για να ξαναπάει
και να ξαναπάει εκεί (λόγω τής πολύπλοκης, αλλά παραγωγικής θεραπείας της) με
αποτέλεσμα η δεκάχρονη, τώρα, κόρη μας, να ζει, να χαίρεται, να χορεύει και να
τραγουδάει, παρά την κάποια αναπτυξιακή της καθυστέρηση.
Αφιερώνουμε,
όμως, το κείμενό μας, και στην μνήμη του αγαπημένου και εκλεκτού ανθρώπου, επιστήμονα
και μεγαλόψυχου ευεργέτη μας, Σταύρου Χατζηλοϊζου, ο οποίος, όσο ζούσε, αν και
ιδιώτης Παιδονευρολόγος (από τον οποίο η Πολιτεία «αγόραζε υπηρεσίες»), παρά
ταύτα (αγνοώντας, συχνά, τις άνωθεν συστάσεις) επίσης, επανειλημμένα, στήριξε
με σθένος και αποφασιστικότητα το δικαίωμα της κορούλας μας για διακομιδή στις
ΗΠΑ, αφού η ασθένειά της είναι απολύτως σπάνια και (η εξ Αμερικής ορμώμενη) υφιστάμενη αποτελεσματική θεραπεία
της, εξαιρετικά πολύπλοκη.
Κλείνουμε,
εκφράζοντας την αλληλεγγύη μας προς τους πάσης φύσεως αναξιοπαθούντες
συμπατριώτες μας με νευρολογικά και ψυχικά νοσήματα και προς τα κακοποιημένα
παιδιά και τα παιδάκια όλου του κόσμου με βαριές ή και χρόνιες ασθένειες...
Με
αισιοδοξία
Οι
γονείς της Μαρίας-Φωτεινής Καλλιμάχου
Αντιγόνη
(Β. Διευθύντρια Δημοτικής) και Κωνσταντίνος Καλλίμαχος