Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2008

Ευχαριστουμε πολυ!

Σας ευχαριστούμε πάρα πολυ για τις ευχές σας!

Σας ευχόμαστε κι εμείς, ολόψυχα,

ΥΓΕΙΑ, ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΙΑ!!!

Με αγάπη

Μαρία-Φωτεινή, Κώστας και Αντιγόνη

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Η ξινή βόλτα και το φευγαλέο παράπονο

Α. ....Έξι μηνών ήταν το παιδάκι μας, όταν έπαθε το πρώτο και παρατεταμένο (πάνω από 40΄) επιληπτικό επεισόδιο κι αμέσως φύγαμε για το Λονδίνο, όπου οι γιατροί διάταξαν να μην αφήνουμε το παιδί από τα μάτια μας, γιατί το επόμενο επεισόδιο ίσως είναι πιο επίμονο κι αν δεν αντιδράσουμε έγκαιρα, μπορεί να χάσουμε την κόρη μας από αμέλεια, όπως έχει συμβεί σε αρκετές περιπτώσεις (που σκεπάστηκαν) ανηλίκων με επιληψία (όπου η συμφορά χρεώθηκε τάχα στο SUDEP, δηλαδή στο Σύνδρομο Αιφνιδίου Θανάτου). Από τότε άλλαξε η ζωή μας ριζικά. Δεν τολμήσαμε ούτε στιγμή να απομακρυνθούμε από το σπίτι και κόψαμε. με το μαχαίρι, γυμναστικές και εξόδους, ακόμα και το από χρόνια καθιερωμένο, βραδινό μας περπάτημα.

Ακόμη, φέραμε, από την πρώην Σοβιετική Ένωση, μία νοσοκόμα που είχε ειδικότητα στην παιδονευρολογία και που αποδείχτηκε σπάνιος και εκλεκτός άνθρωπος και φύλακας άγγελος του παιδιού μας και δικός μας, αφού , κάθε φορά που πάθαινε κρίση το παιδί κι εμείς ήμασταν στις δουλειές μας (που φροντίσαμε να τις φέρουμε κοντά στο σπίτι), εκείνη μπορούσε να του προσφέρει τις Πρώτες Βοήθειες (οξυγόνο και υπόθετο βάλιουμ) κι αμέσως μας ειδοποιούσε. Εμείς τσακιζόμασταν να πάμε σπίτι (το πολύ σε 10΄), κι αν το επεισόδιο συνεχιζόταν, βάζαμε το παιδί στο ειδικά διαμορφωμένο αυτοκίνητό μας: εγώ οδηγούσα, η νταντά έδινε οξυγόνο, και η μανούλα, με τρεμάμενη φωνή, ειδοποιούσε φίλους και συγγενείς γιατρούς, ώστε εκείνοι, με το που φτάναμε στο νοσοκομείο, αμέσως να παραλάβουν το παιδί για τα δέοντα (χορήγηση βάλιουμ ενδοφλεβίως).

Β......Ύστερα από πέντε χρόνια εγκλεισμού, αποφασίσαμε, πέρυσι το Σεπτέμβρη (του 2007), μετά την αισιόδοξη επιστροφή της οικογένειας από τις ΗΠΑ, να απομακρυνθούμε λίγο από το σπίτι και βγήκαμε με τη μανούλα μια βόλτα προς το κέντρο της Λευκωσίας (είχε πεθυμήσει τη "Λήδρας"), όχι όμως με το αυτοκίνητο -που ενδεχομένως, σε ώρα ανάγκης, να κολλούσε στην κίνηση- αλλά με τη "μοτόρα", δηλαδή τη μηχανή.

Ήταν ένα γλυκό, ζεστούλικο σαββατόβραδο. Ο κόσμος είχε επιστρέψει από τις διακοπές και κάποιοι ντόπιοι (ανάμεσά τους κι εμείς) αποτόλμησαν ένα περίπατο (για το παραδοσιακό παγωτό/χωνάκι) στο ανθρωπόβριθο, ιστορικό κέντρο, ανάμεσα στους μαρμαρωμένους (με τις μπύρες στο χέρι) αθλητικούς, φρεσκοξυρισμένους και δουλευταράδες Ποντίους, και στις πυκνές, πολύχρωμες παρέες από πανευτυχείς και ανοιχτόκαρδες Φιλιππινέζες και Σριλανκέζες, που μόλις ανταμώνανε φίλες τους, σε ξεκούφαινε η διαπεραστική χαρά τους.

Από ένα τραπεζάκι του «Ηράκλη», με ανάμεικτα αισθήματα, εισπνέαμε αχόρταγα την απλόχερη και ζηλευτή δροσιά που ανέδυε αυτό το πρωτοφανέρωτο, ανθρωπόμορφο και άναρχο ποτάμι ανεμελιάς, κι η ώρα πέρασε δίχως να το καταλάβουμε. "Τι κρίμα που πρέπει να φύγουμε", την άκουσα να μονολογεί με παράπονο.

Γ. .....Για να κερδίσει ακόμα λίγες στιγμές ξεγνοιασιάς και ρέμβης, της είπα να περιμένει κι εγώ πήγα να φέρω, από απέναντι, τη μηχανή (την είχα αφήσει σε ένα πλαϊνό δρομάκι, πενήντα βήματα πιο κάτω). Ερχόμενος, πάνω στη μηχανή, όσο πιο αργά και προσεχτικά γινότανε, βλέπω δεξιά μου δυο αγριεμένους αστυνομικούς να με κυνηγούν, λες και καταδίωκαν εγκληματία! Ο ένας, μάλιστα, ήταν σχεδόν σε έξαλλη κατάσταση και φώναζε όσο πιο δυνατά μπορούσε ότι έχω στραβωμάρα, ότι είμαι βλάκας και δεν ξέρω πως απαγορεύεται η μηχανή στον πεζόδρομο, ότι είμαι γουρούνι και πεζεβέγκης και πολύ θα ήθελε να με πάει στο τμήμα να με κανει μαύρο στο ξύλο για να βάλω νου...

Εγώ, φυσικά, επειδή είμαι δειλός άνθρωπος, σε τέτοιες περιπτώσεις αναγκαστικά καταφεύγω στην ευγένεια και την χαμηλών τόνων διαμαρτυρία. Δεν τον διέκοψα, παρά το γεγονός ότι με είχε πλησιάσει τόσο πολύ, που τα σάλια της παθολογικής του οργής έπεφταν με ορμή στα μούτρα μου. Μόνος του σταμάτησε, μάλλον για να πάρει ανάσα. Τότε, όσο πιο ψύχραιμα και χαμηλόφωνα γινότανε, του είπα ότι, ναι μεν, αυτό που έκανα ήταν παράνομο (μηχανή σε πεζόδρομο) και είμαι έτοιμος να πληρώσω αδιαμαρτύρητα ό,τι πρόστιμο προβλέπει ο νομός, ωστόσο και ο ίδιος παρανομεί, καθώς παραβιάζει τα δικαιώματά μου, τα οποία συμβαίνει, λόγω της εργασίας μου, να τα γνωρίζω καλά.

Ποιος είδε το Θεό και δεν τονε φοβήθηκε! Έγινε κατακόκκινος από θυμό. Χειρονομώντας και ουρλιάζοντας αφρισμένα (προς στιγμήν φοβήθηκα μην πάθει κανένα εγκεφαλικό και μπλέξουμε για τα καλά) άρχισε, μπροστά στους περίεργους που συνέρρεαν γύρω μας, να με περιλούζει μοχθηρά με τις πιο αισχρές βρισιές και απειλές του κόσμου! Μάλιστα, σήκωσε το χέρι του να με χτυπήσει στο πρόσωπο! Ευτυχώς τον σταμάτησε ο συνάδελφός του, που τον πήρε παράμερα, κάτι του είπε και φύγανε το ίδιο απότομα όπως εμφανίστηκαν!

Δ. ..... Καθ΄ όλη τη διάρκεια του περιστατικού, η μανούλα είχε κολλήσει στο αριστερό μου μπράτσο και με τα μεγάλα, γαλήνια μάτια της, μετάγγιζε ήρεμη αποφασιστικότητα που με βοήθησε να κρύψω την ταραχή μου.

Κατά την επιστροφή μας, σε ένα κόκκινο φανάρι, θέλοντας να παρακάμψω το παράπονο τής κακόκεφης σιωπής μας, γύρισα κάτι τάχα να της πω κι είδα στο μάγουλό της ένα δάκρυ φευγαλέο.

- "Κλαις;" τη ρώτησα.
- "Όχι, μωρέ, από τον αέρα είναι...»



Με εκτίμηση

Κάπα

ΥΓ. Αφιερώνεται σε όσους έχουν βιώσει την όποια μικρή ή μεγάλη αστυνομική αυθαιρεσία

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Περιεχόμενα του μπλογκ - Ευρετήριο Κειμένων.

Με μπλε: Βιωματικά κείμενα, προσωπικές εκμυστηρεύσεις, αφήγηματα και διηγήματα
Με μωβ: πληροφορίες γύρω από την επιληψία και την Κετογενική Δίαιτα
Με μαύρο: Μαχητικά κείμενα και δοκίμια
Με πράσινο: Αφιερώματα

...............................

134. Καλό ταξίδι, Μαργαρίτα

133. Οι ζωγραφιές της κορούλας μας (φωτό)

132. Εκεί πίσω, στη γωνία...

131. Μη φοβάσαι, μαμά, μη φοβάσαι !

130. Κλωτσώντας την... επιληψία με αγκαλίτσες και χορους (φωτό)
129. Επιστροφή, έξι μήνες μετά
128. Επιληψία και αυτυχήματα - ρούχα που προστατεύουν
127. Dravet syndrome - links
126. Πέντε μήνες στις ΗΠΑ ενάντια στο Σύνδρομο Ντραβαί ...
125. Το χθεσινό αγκάθι που έγινε ρόδο
124. Χαιρετισμούς στον μπαμπά !
123. Κερδοσκοπική και αφιλόξενη η ιατρική γραφειοκρατία...
122. Τρεμάμενο σώμα
121. Ακόμα χειρότερα νέα: Σύνδρομο Ντραβαί - Dravet's ...
120. Υποτροπή της επιληψίας - Προσωρινή αναστολή του μπλογκ
119. Τι είπαν οι γιατροί του νοσοκομείου - Απαισιόδοξο ...
118. Εισφορές υπερ του ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΑΤΟ...
117. Φεύγουμε ξανά, για νέες ιατρικές εξετάσεις στις ΗΠΑ
116. Είναι σοβαρά / το μικρό παπάκι...
115. Το πρώτο μας επιληπτικό επεισόδιο σε δημόσιο χώρο
114. Φιλοξενια ασθενών και συγγενών τους στις ΗΠΑ
113. Αυτή η αγωνία δεν συνηθίζεται...
112. Επιληψία και ψυχραιμiα
111. First Do No Harm

110. Η Έμμα και ο Μάθιου

109. Ορθολογισμός και κοινωνία - ή όταν ο Στέλιος Ράμφο...

108. Ενας υπέροχος άνθρωπος - Αφιερωμένο στο Τζιμ Άμπραxαμς...

107. Κυστική Ίνωση (αν έχεις τύχη, διάβαινε)

106. Μετά την ανάρρωση (εκμυστήρευση του Κάπα)

105. Diary of seizures - Αρχείο από το 2002 έως το 2007...

104. Ευτυχώς... ανευθυνότητα! (Λάθος συναγερμός)

103. Αιματουρία: ξανά πρόβλημα στα νεφρά; (Προσθήκη: η ...

102. Υποτροπή ή παρένθεση; (Εξελίξεις)

101. Διπολική διαταραχή ή Μανιοκατάθλιψη: πληροφορίες

100. Αλλαγή σχεδίων και νέο πρόγραμμα

99. Η επίμονα εξοντωτική αγάπη (αφιερωμένο στον ΝικόΔημο)

98. Αν τα σκαλιά ήταν από μάρμαρο...

97. Τα πρώτα... σκαλιά

96. Το βάπτισμα του πυρός

95. Τι συμφορά κι αυτή !!!

94. Η αναθεωρημένη Κετογενική Δίαιτα της κόρης μας

93. Mανιοκατάθλιψη (και κάτι για αντιστάθμισμα)

92. Ξεπεράστηκε το πρόβλημα - ετοιμασίες για επιστροφή...

91. Δυσάρεστα νέα

90. Νέα από τις ΗΠΑ

89. Αποχαιρετώντας τους άλλους γείτονες

88. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ & Ενημερωτικα βίντεο για την Επιληψία...

87. Αποχαιρετισμός στο Doncat

86. Ενα φιλί για τη ζεστή παρέα του Νίκου Δήμου

85. Παραμορφωμένη Αφροδίτη

84. Από μικρή λάτρευα τα ταξίδια...

83. Ανεπίκαιρο

82. TETRAPODOLOGEIN - επισκεφτείτε το!

81. Ξανά δυσκολίες...

80. O Αντυ έκλεισε το μπλογκ του

79. ΄Ετυχε;

78. Η μικρή Kelly θέλει να ζήσει...

77. Παραλίγο ατύχημα - σχέδια για ειδικό ανεκλυστήρα

76. Η επιληψία στο χειρουργείο - και δυο θέματα ακόμα

75. Κρύβοντας την επιληψία - οι επιπτώσεις της

74. Για τον Νίκο Δήμου (με τα λόγια του Θανάση Τριαρίδ...

73. "Λευκανσία" - κείμενο στον λογοτεχνικό διαγωνισμο του Ν. Δήμου

72. Η μνήμη...

71. Ακόμα κι ένας άπιστος...

70. Χθες το βράδυ

69. Παγκόσμια Ημέρα του Παιδιού

68. Ο Kαιάδας της γραφειοκρατικής αναλγησίας: άρρωστος...

67. Η Αφροδίτη για την ταινία του Jim Abrahams (κριτι...

66. Η Μπρεν είναι καλά και σας ευχαριστεί !

65. Μια ευχή για την Brynne που χειρουργείται την Παρα...

64. Εγωισμός

63. Το διαβατήριο τής αγάπης - Ο Σωκράτης

62. Επιληψία: πολλές πρηροφορίες

61. Από το Ευαγγέλιο: θεραπεία δαιμονιζόμενου παιδιού

60. Δυστυχώς, κατά την εκκλησία, Επιληψία = Δαιμονισμό...

59. "Σχιζοφρένεια": ένα περιστατικό

58. Περι μισαλλοδοξίας και νηφαλιότητας: η διαχωριστικ...

57. Η συνεισφορά ενός τακτικού μας επισκέπτη

56. Εκκλησία, θρησκεία και Επιληψία

55. Πίστη χωρίς... ψευδαισθήσεις!

54. Αγρύπνια

53. Αλλο σόι φθινόπωρο και τούτο!

52. Η Κετογενική Δίαιτα στην πράξη

51. Ενα "ασήμαντο" περιστατικό

50. Γράμμα της... κόρης μου σε μια φίλη της

49. 50 χρόνια με την επιληψία αφήγηση του 68χρονου ...

48. Φθορά

47. Το αγόρι που γνώρισα και δεν πρόλαβα να αγαπήσω

46. Κετονογόνος Δίαιτα ή Κετογόνος ή Κετογενής ή Κετον...

45. Επιληψία: κρίσιμες ερωτήσεις και χρήσιμες πληροφορ...

44. Α. Προς το Συνέδριο για την επιληψία - Β. Οφειλή σ...

43. 20 Ιουλίου 1974: Τουρκική εισβολή

42. Τώρα το DVD για την (Κετογενική Δίαιτα) και με ελληνικούς υποτίτλους

41. Η Αννίτσα (και οι ελπίδες τής ντροπής) - ΔΙΗΓΗΜΑ στο blog του Νίκου Δήμου

......Η Αννίτσα (και οι ελπίδες τής ντροπής) - σχόλια και στο δικό μου μπλογκ

40. Ενα ιμέιλ που με προβλημάτισε...

39. Το υπόγειο της αφθονίας (και το τίμημα) - ΔΙΗΓΗΜΑ στο blog του Νίκου Δήμου

..... Το υπόγειο τής αφθονίας (και το τίμημα) - σχόλια και στο δικό μου μπλογκ

38. Ο... απρόβλεπτος αμερικάνος Φίλος

37. Γεύση θανάτου και ζωής...

36. ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

35. Never give up!
34. Οφειλή (Στο Νίκο Δήμου - με αγάπη)
33.
Μια συνταρακτική Γεύση Ελπίδας...
32. Αφιέρωμα σε μια αξιοθαύμαστη φίλη, την N-s
31. ...σε κείνον τον άγγελο που έφυγε...
30.
Η φαρμακοανθεκτική επιληψία και ο... Βολτέρος
29.
Σχόλιο (ενός φίλου) για τη σύγκριση Ευρωπαίων και ...
28.
Κάποτε θέλησα ν΄ αλλάξω τον κόσμο...
27.
Όταν απαρνήθηκα, για λίγο, τη μανούλα...
26.
Αυτή η βδομάδα είναι κάπως δύσκολη...
25.
Όαση στην ερημία...
24. Στη φίλη μου Κ. και στην κορούλα της Μ.
23. Πέρσι το Μεγάλο Σάββατο...
22.
21η Απριλίου: ακόμα κρατάει η σταύρωση...
21.
Από τους εφιάλτες στον παράδεισο...
20. Η Αφροδίτη για τη μητέρα της...
19. Ο μπαμπάς που δεν είχα...
17.
Στο δρόμο για τις ΗΠΑ...
17.
Διεκδικώντας κρατική βοήθεια...
16.
Όταν η ελπίδα πέθαινε...
15.
Έλλη μου, σ΄ ευχαριστώ...
14.
Μια αγάπη για έναν...
13. Καρδούλα μου, αντίο...
12. Βοήθεια! ( 2 )
11.
Βοήθεια! (1)
10.
Μισή προσευχή
09.
Η πρώτη Έξοδος!
08.
Η δική μας άνοιξη!
07.
Λέξεις αιματοβαμμένες
06.
Η αληθινή ζωή
05.
Μια "ιστορία τρόμου"
04. Νοσοκομείο Λευκωσίας - 3
03.
Νοσοκομείο Λευκωσίας - 2
02.
Νοσοκομείο Λευκωσίας - 1
01.
Επιληψία, αγάπη μου!

.

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Καλό ταξίδι, Μαργαρίτα

Οσοι έχουν αρρωστήσει ψυχικά, έστω για λίγο, ξέρουν ότι η Μαργαρίτα είναι ο δικός μας άνθρωπος.

Στο καλό, Μαργαρίτα, στο καλό!

Με αγάπη

Παράγραφος.

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

Εκεί πίσω, στη γωνία...

1. Επί δώδεκα χρόνια μισούσα το σχολείο κι αν δεν μίσησα και το βιβλίο είναι επειδή είχα δίπλα μου τη μάνα μου να με διδάσκει, με το δικό της τρόπο ξεχωριστό τρόπο, γράμματα και ανθρωπιά. Κι όλα αυτά σε μια εποχή απίστευτα αυταρχική: "το κρέας δικό σου και τα κόκαλα δικά μου", παραγγέλνανε οι γονείς στο δάσκαλο.


Το σχολείο, από την πρώτη κι όλας μέρα, με υποδέχτηκε με άφθονο ξύλο. Χασμουρήθηκα εμφατικά, η δασκάλα ενοχλήθηκε, με ανέβασε στο βάθρο για να με βλέπουν όλοι και μου επιτέθηκε μανιασμένα με μια χοντρή, τετραγωνισμένη, ξύλινη ρίγα. Για να σωθώ αναγκάστηκα να της δαγκώσω το μπούτι, επίσης μανιασμένα, τόσο που το ουρλιαχτό της ακούστηκε στο μισό σχολείο.


Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που έφαγα ξύλο από δάσκαλο. Έκτοτε, όταν μου παράγγελναν υποταγή και σφαλιάρα (γιατί εν τω μεταξύ είχα γίνει μεγάλο ζιζάνιο), όπου φύγει-φύγει. Κάποτε, ένας σκληρός δάσκαλος άρχισε (μάταια) να με κυνηγάει γύρω-γύρω από τα θρανία. Ζήτησε βοήθεια από τη δασκάλα της διπλανής αίθουσας. Είδα τα σκούρα, ανέβηκα στο παράθυρο και πήδηξα στο κενό. Ήξερα να πέφτω από ψηλά: άνοιγα τα λυγισμένα γόνατα για να μην σπάσω το σαγόνι κι έβαζα ανάμεσά τους δάχτυλα και παλάμες ετοιμοπόλεμες. Δυστυχώς, αυτή τη φορά (ήταν ημιώροφος) η αδράνεια με κουτούλησε άγρια στο τσιμέντο, όπου και με βρήκαν αργότερα καταματωμένο...


2. Μετά και από αυτόν τον "άθλο", έγινα δακτυλοδεικτούμενος, αλλά και ανύπαρκτος για τους δασκάλους, οπότε κι εγώ ούτε που ξανασχολήθηκα στο σπίτι με ασκήσεις. Η μάνα μου η δόλια με έπαιρνε με το καλό: "Δεν πειράζει, ψυχή μου. Μη γράψεις τίποτε εσύ. Έλα στο γραφείo μου να κάνουμε τις εργασίες σου μαζί. Εγώ, θα τις γράψω, εγώ", και πήγαινα δίπλα της. Εκείνη έγραφε, μου μιλούσε, με ρωτούσε, ενθουσιαζόταν μόλις έλεγα κάτι, με φιλούσε μόλις πετύχαινα την ορθογραφία, μου έδινε σοκολατάκια σαν φτιάχναμε μια περιεκτική παράγραφο, ως και λεφτά για παγωτά μου έταζε όταν μάθαινα ποιήματα απ΄ έξω! Έτσι προέκυψε το παράδοξο, ο μαθητής που δεν έγραφε τίποτε και ποτέ του, να σαρώνει τα βραβεία στους διαγωνισμούς που ζητούσαν να τοιμάσουμε κείμενα στο σπίτι.


Αν και έξυπνη γυναίκα η μάνα μου, συχνά με επαινούσε δημοσίως για τις δήθεν διακρίσεις μου, τη στιγμή που ο κόσμος το είχε τούμπανο! Αλλά και μεταξύ μας, επέμενε πώς οι εκθέσεις και οι ζωντανές παράγραφοι που εκείνη σκάρωνε, δεν ήταν δικές της, αλλά έργο δικό μου! Ότι τάχα, σε μεγάλο βαθμό, εγώ τα φαντάστηκα όλα, εγώ της τα υπαγόρευσα! (Τόσο πολυ μ΄ αγαπούσε, η καημένη, που έφτανε λέει ψέματα ακόμα και στον εαυτό της!)


3. Προς τα τέλη της Τρίτης Γυμνασίου, το θυμάμαι σαν τώρα δα, της ζήτησα να... γράψουμε μία έκθεση με θέμα "Το χρήμα κι η ανθρώπινη απληστία". Με κοίταξε αυστηρά και ξηγήθηκε σαν έτοιμη από καιρό: "άκου να σου πω, παιδάκι μου: ως εδώ ήταν. Θες να γράψεις, γράψε. Δεν θές; μη γράφεις. Να θυμάσαι μόνο ότι μπορείς!"


Πήρα ανόρεχτα χαρτί και μολύβι κι αφού τα περιεργάστηκα λίγο, έριξα μια αφηρημένη ματιά κατά το παραθύρι που ήταν απέναντι από το γραφείο της. Ο άλλοτε αστός, μέτριος ζωγράφος και νυν μοναχικός, θεόκουφος και ξεπεσμένος συνταξιούχος, από το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της αντικρινής πολυκατοικίας, είχε πάλι στη διαπασών (για χιλιοστή φορά και εκείνη τη βδομάδα) την "5η Συμφωνία" (γύρευε τίνος) και ενοχλούσε όλη τη γειτονιά, εκτός από μένα που τον είχα σαν παππού μου. (Συχνά η μαμά μου έδινε να του πάω πιατέλες με πίτες και σπιτίσια γλυκά. Τον εκτίμουσε πολύ. Στην κηδεία του έκλαψε περισσότερο κι από την κόρη του).


Τον ήξερα καλά και από... διαγωνισμούς που είχα... κερδίσει με τις ζωγραφιές του. Του πήγαινα χαρτιά και μου έφτιαχνε πέντε-δεκα σκίτσα, για πλάκα: γυναίκες που καπνίζανε ακουμπώντας σε φανοστάτες, γριές που με κόπο κουβαλούσαν τις καμπούρες τους σε ανύπαρκτα σοκάκια, ξεκάρφωτα κοκόρια, άλογα που καλπάζαν στον αέρα, ποδήλατα δίχως αναβάτες, παλαιομοδίτικα αεροπλάνα και τεράστια φανταχτερά αυτοκίνητα, άδεια μπουκάλια παντός είδους και τηλέφωνα ξεχαρβαλωμένα, όλα σχεδόν με μονοκοντυλιές! Είχα μάθει, λοιπόν, να τον αγαπάω και να τον ακούω το γεροξεκούτη και μαζί του είχα συνηθίσει να μου αρέσουν και οι εκκωφαντικές του μουσικές επιλογές, οι οποίες αν και μου ήταν παντελώς ξένες και ακατανόητες, ωστόσο πάντα με "ταξίδευαν".


4. Εκείνο το απόγευμα κάτι άστραψε μέσα μου και είπα δεν πάει στο διάολο "η απληστία και το χρήμα"! Εγώ θα γράψω για μένα που έφτασα 15 χρονών κι είναι ζήτημα αν έπιασα δεκαπέντε φορές μολύβι στο χέρι. Θα μιλήσω για την πρώτη μου μέρα στο σχολείο, για το σάλτο από το παραθύρι της τάξης και για όσα συνέβησαν μετά, όταν δηλαδή οι δάσκαλοι άλλαξαν στάση απέναντί μου κι αντίς να με καταδιώκουν μετά τα "εγκληματά" μου, με το μπαίνανε στην τάξη, εσκεμμένα ουρλιάζανε περιφρονητικά: "Κάπααα, γρήγορα εκεί πίσω, στη γωνία, μόνος σου!"


Κι εγώ υπάκουα τάχα ευδιάθετος. Δεν ήθελα, βλέπετε, να τους δώσω τη χαρά να με δούνε θλιμμένο. Κι όμως αυτή η τιμωρία ήταν εξουθενωτικά ατιμωτική, χειρότερη κι από το ξύλο που είχα φάει. Το ξύλο το έφαγα μια φορά και τελείωσε, ενώ τώρα η περιφρόνηση ήταν συνεχής και καθημερινά με έκαναν να νιώθω τιποτένιος και αποσυνάγωγος. Το χειρότερο ήταν ότι ενθάρρυναν τους συμμαθητές μου να με λοιδορούν συστηματικά την ώρα του μαθήματος! Αλλά κι έξω στο προαύλιο άκουγα ακόμα και φιλαράκια μου να με περιπαίζουν: "Κάπααα, γρήγορα εκεί πίσω, στη γωνία, μόνος σου!" (Γι΄ αυτό και συχνά τα βράδια έκλαιγα κρυφά, δαγκώνοντας το σεντόνι για να μην ακουστώ.)


5. Όλα αυτά τα θυμήθηκα σήμερα το πρωί που πήγα στο σχολείο για να μιλήσω με τη δασκάλα τού παιδιού, που μας παρήγγειλε ότι η κορούλα μας "ενοχλεί".


Έτυχε να φτάσω νωρίτερα και για να περάσει η ώρα, είπα να ρίξω μια διακριτική ματιά στην τάξη. Και είδα το παιδάκι μας να κάθεται εκεί πίσω, στη γωνία, μόνο του...

Με εκτίμηση

Κάπα

Τετάρτη, 26 Νοεμβρίου 2008

Εκεί πίσω, στη γωνία...

1. Επί δώδεκα χρόνια μισούσα το σχολείο κι αν δεν μίσησα και το βιβλίο είναι επειδή είχα δίπλα μου τη μάνα μου να με διδάσκει, με το δικό της τρόπο ξεχωριστό τρόπο, γράμματα και ανθρωπιά. Κι όλα αυτά σε μια εποχή απίστευτα αυταρχική: "το κρέας δικό σου και τα κόκαλα δικά μου", παραγγέλνανε οι γονείς στο δάσκαλο.

.

Το σχολείο, από την πρώτη κι όλας μέρα, με υποδέχτηκε με άφθονο ξύλο. Χασμουρήθηκα εμφατικά, η δασκάλα ενοχλήθηκε, με ανέβασε στο βάθρο για να με βλέπουν όλοι και μου επιτέθηκε μανιασμένα με μια χοντρή, τετραγωνισμένη, ξύλινη ρίγα. Για να σωθώ αναγκάστηκα να της δαγκώσω το μπούτι, επίσης μανιασμένα, τόσο που το ουρλιαχτό της ακούστηκε στο μισό σχολείο.

.

Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που έφαγα ξύλο από δάσκαλο. Έκτοτε, όταν μου παράγγελναν υποταγή και σφαλιάρα (γιατί εν τω μεταξύ είχα γίνει μεγάλο ζιζάνιο), όπου φύγει-φύγει. Κάποτε, ένας σκληρός δάσκαλος άρχισε (μάταια) να με κυνηγάει γύρω-γύρω από τα θρανία. Ζήτησε βοήθεια από τη δασκάλα της διπλανής αίθουσας. Είδα τα σκούρα, ανέβηκα στο παράθυρο και πήδηξα στο κενό. Ήξερα να πέφτω από ψηλά: άνοιγα τα λυγισμένα γόνατα για να μην σπάσω το σαγόνι κι έβαζα ανάμεσά τους δάχτυλα και παλάμες ετοιμοπόλεμες. Δυστυχώς, αυτή τη φορά (ήταν ημιώροφος) η αδράνεια με κουτούλησε άγρια στο τσιμέντο, όπου και με βρήκαν αργότερα καταματωμένο...

.

2. Μετά και από αυτόν τον "άθλο", έγινα δακτυλοδεικτούμενος, αλλά και ανύπαρκτος για τους δασκάλους, οπότε κι εγώ ούτε που ξανασχολήθηκα στο σπίτι με ασκήσεις. Η μάνα μου η δόλια με έπαιρνε με το καλό: "Δεν πειράζει, ψυχή μου. Μη γράψεις τίποτε εσύ. Έλα στο γραφείo μου να κάνουμε τις εργασίες σου μαζί. Εγώ, θα τις γράψω, εγώ", και πήγαινα δίπλα της. Εκείνη έγραφε, μου μιλούσε, με ρωτούσε, ενθουσιαζόταν μόλις έλεγα κάτι, με φιλούσε μόλις πετύχαινα την ορθογραφία, μου έδινε σοκολατάκια σαν φτιάχναμε μια περιεκτική παράγραφο, ως και λεφτά για παγωτά μου έταζε όταν μάθαινα ποιήματα απ΄ έξω! Έτσι προέκυψε το παράδοξο, ο μαθητής που δεν έγραφε τίποτε και ποτέ του, να σαρώνει τα βραβεία στους διαγωνισμούς που ζητούσαν να τοιμάσουμε κείμενα στο σπίτι.

.

Αν και έξυπνη γυναίκα η μάνα μου, συχνά με επαινούσε δημοσίως για τις δήθεν διακρίσεις μου, τη στιγμή που ο κόσμος το είχε τούμπανο! Αλλά και μεταξύ μας, επέμενε πώς οι εκθέσεις και οι ζωντανές παράγραφοι που εκείνη σκάρωνε, δεν ήταν δικές της, αλλά έργο δικό μου! Ότι τάχα, σε μεγάλο βαθμό, εγώ τα φαντάστηκα όλα, εγώ της τα υπαγόρευσα! (Τόσο πολυ μ΄ αγαπούσε, η καημένη, που έφτανε λέει ψέματα ακόμα και στον εαυτό της!)

.

3. Προς τα τέλη της Τρίτης Γυμνασίου, το θυμάμαι σαν τώρα δα, της ζήτησα να... γράψουμε μία έκθεση με θέμα "Το χρήμα κι η ανθρώπινη απληστία". Με κοίταξε αυστηρά και ξηγήθηκε σαν έτοιμη από καιρό: "άκου να σου πω, παιδάκι μου: ως εδώ ήταν. Θες να γράψεις, γράψε. Δεν θές; μη γράφεις. Να θυμάσαι μόνο ότι μπορείς!"

.

Πήρα ανόρεχτα χαρτί και μολύβι κι αφού τα περιεργάστηκα λίγο, έριξα μια αφηρημένη ματιά κατά το παραθύρι που ήταν απέναντι από το γραφείο της. Ο άλλοτε αστός, μέτριος ζωγράφος και νυν μοναχικός, θεόκουφος και ξεπεσμένος συνταξιούχος, από το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της αντικρινής πολυκατοικίας, είχε πάλι στη διαπασών (για χιλιοστή φορά και εκείνη τη βδομάδα) την "5η Συμφωνία" (γύρευε τίνος) και ενοχλούσε όλη τη γειτονιά, πλην εμού που τον είχα σαν παππού μου. (Συχνά η μαμά που έδινε να του πάω πιατέλες με πίτες και σπιτίσια γλυκά. Τον εκτίμουσε πολύ. Στην κηδεία του έκλαψε πιο πολυ και από την κόρη του).

.

Τον ήξερα καλά και από... διαγωνισμούς που είχα... κερδίσει με τις ζωγραφιές του. Του πήγαινα χαρτιά και μου έφτιαχνε πέντε-δεκα σκίτσα, για πλάκα: γυναίκες που καπνίζανε ακουμπώντας σε φανοστάτες, γριές που με κόπο κουβαλούσαν τις καμπούρες τους σε ανύπαρκτα σοκάκια, ξεκάρφωτα κοκόρια, άλογα που καλπάζαν στον αέρα, ποδήλατα δίχως αναβάτες, παλαιομοδίτικα αεροπλάνα κι αυτοκίνητα, άδεια μπουκάλια παντός είδους και τηλέφωνα ξεχαρβαλωμένα, όλα σχεδόν με μονοκοντυλιές! Είχα μάθει, λοιπόν, να τον αγαπάω και να τον ακούω το γεροξεκούτη και μαζί του είχα συνηθίσει να μου αρέσουν και οι εκκωφαντικές του μουσικές επιλογές, οι οποίες αν και μου ήταν παντελώς ξένες και ακατανόητες, ωστόσο πάντα με "ταξίδευαν".

.

4. Εκείνο το απόγευμα κάτι άστραψε μέσα μου και είπα δεν πάει στο διάολο "η απληστία και το χρήμα"! Εγώ θα γράψω για μένα που έφτασα 15 χρονών κι είναι ζήτημα αν έπιασα δεκαπέντε φορές μολύβι στο χέρι. Θα μιλήσω για την πρώτη μου μέρα στο σχολείο, για το σάλτο από το παραθύρι της τάξης και για όσα συνέβησαν μετά, όταν δηλαδή οι δάσκαλοι άλλαξαν στάση απέναντί μου κι αντίς να με καταδιώκουν μετά τα "εγκληματά" μου, με το μπαίνανε στην τάξη, εσκεμμένα ουρλιάζανε περιφρονητικά: "Κάπααα, γρήγορα εκεί πίσω, στη γωνία, μόνος σου!"

.

Κι εγώ υπάκουα τάχα ευδιάθετος. Δεν ήθελα, βλέπετε, να τους δώσω τη χαρά να με δούνε θλιμμένο. Κι όμως αυτή η τιμωρία ήταν εξουθενωτικά ατιμωτική, χειρότερη κι από το ξύλο που είχα φάει. Το ξύλο το έφαγα μια φορά και τελείωσε, ενώ τώρα η περιφρόνηση ήταν συνεχής και καθημερινά με έκαναν να νιώθω τιποτένιος και αποσυνάγωγος. Το χειρότερο ήταν ότι ενθάρρυναν τους συμμαθητές μου να με λοιδορούν συστηματικά την ώρα του μαθήματος! Αλλά κι έξω στο προαύλιο άκουγα ακόμα και φιλαράκια μου να με περιπαίζουν: "Κάπααα, γρήγορα εκεί πίσω, στη γωνία, μόνος σου!" (Γι΄ αυτό και συχνά τα βράδια έκλαιγα κρυφά, δαγκώνοντας το σεντόνι για να μην ακουστώ.)

.

5. Όλα αυτά τα θυμήθηκα σήμερα το πρωί που πήγα στο σχολείο για να μιλήσω με τη δασκάλα τού παιδιού, που μας παρήγγειλε ότι η κορούλα μας "ενοχλεί".

.

Έτυχε να φτάσω νωρίτερα και για να περάσει η ώρα, είπα να ρίξω μια διακριτική ματιά στην τάξη. Και είδα το παιδάκι μας να κάθεται εκεί πίσω, στη γωνία, μόνο του...
.


Με εκτίμηση

Κάπα

WENESDAY, NOVEMBER 26, 2008

Back there, in the corner…

1. For twelve years I hated school, and were it not for my mother, I would have hated books as well. It was her who was next to me, teaching me on her own way, on her special way, not only how to read but how to behave with kindness. All those happened in an extremely autocratic period; “the flesh is yours and the bones are ours” our parents used to tell our teachers.

I was “welcomed” at school with plenty of punishment since the very first day. I emphatically yawned once and an annoyed teacher attacked me fiercely with a wooden, thick and squared ruler, after putting me to stand on the teaching base so that everyone could see me. To save myself, I had to bite her thighs equally fiercely too, so much that her scream could be heard almost everywhere at school.

That was the first and the last time I was beaten by a teacher. Since then, when I was threatened with punishment and subjection (as I had become a real trouble) I would run away. Once, a teacher started chasing me in the classroom. He asked for help from a teacher who was in the next classroom. As things got difficult for me, I jumped out through the window. I knew how to fall from high; I had to open my bended legs -so that my jaw would not be injured- and I would put fingers and palms in between. Unfortunately, this time due to the law of inertia I hit on the cement ground where I was found lying, bleeding heavily…

2. Since that ‘achievement’ of mine I became notorious and no teacher bothered with me again, so I did not bother doing my homework either. My poor mother was trying to be nice to me: ‘Do not worry, my dear. You do not have to do any homework. Come near my desk and we will study together. I will do your homework’. I was sitting next to her while she was doing my homework. She would go on discussing with me, asking me questions. She was thrilled when I would say something and she would kiss me when I would write something correctly. She would give me chocolate when I would form a comprehensive paragraph. She would even bribe me with money and ice-cream to learn a poem by heart! That was the reason why a student that had never studied used to sweep the board at competitions on home-written texts!

Though my mother was a clever woman, she would praise me publicly for my alleged distinctions which were a public secret! Even among ourselves she was saying that the essays and the vivid accounts were done by me, not her! As if, it was me the one with the great mind imagining it all and dictating to her! (She loved me so much, my poor little mother, that she would even lie to herself!)

3. As if it were now, I remember that I was finishing the third year at the secondary school when I asked her to write…with me… an essay on ‘money and human greed’. Soberly, she looked at me saying ‘listen to me, my dear, that has gone long enough! If you want to write the essay, do it. If you do not want to write the essay, do not write it. Just remember that you can do it!’.

I took, half-heartedly, a piece of paper and a pencil and I looked over the window opposite to my mother’s desk. The, once, bourgeois, indifferent painter and now lonely, deaf and impoverished pensioner who was living in a 1st floor apartment in the block opposite to ours, was once again listening to the 5th Symphony (performed by whom?) so loudly that he was disturbing the whole neighbourhood. I was not however bothered at all as he was like a grandfather to me. (He must have listened to that piece of music over a thousand times that week). (My mother would often ask me to bring to him pies and homemade sweets. She thought highly of him. She even cried at his funeral more than his daughter).

I knew him well due to some…contests that I had won …using his drawings. I used to pass on to him white papers and he would easily do five-ten drawings for me, just like that: women with cigarettes, leaning against lamp posts, hunch-backed old women walking in fictitious alleys, roosters, horses galloping in the air, cycles without riders, antique airplanes and cars, empty bottles of all kinds, cranky phones… all those done just with one stroke! I loved that doting, old man and used to listen to his deafening music choices which though totally strange and incomprehensive to me they would always ‘carry me away’ to all kinds of places.

4. That afternoon something happened in me and I said to myself: “The hell with greed and money!” I will write about me who though I have become 15 years old I have not even held a pencil for 15 times. I shall write about my first day at school, the jump through the classroom’s window and all that happened afterwards when my teachers changed their attitude towards me and instead of chasing me after my ‘crimes’, they would purposely shout at me in contempt ‘You Kapa! Go back there to the corner, on your own!’

I would abide with their order, pretending I would do this gladly. I did not want to give them the pleasure of seeing me being sorry. That punishment was however overwhelmingly humiliating, worse than the beating I had ever had. When I was beaten it was only for once. But now with their attitude, I had fallen into a continuous contempt and I would feel a worthless, secluded person every single day. Even worse, my teachers would encourage my classmates to laugh at me systematically even during the lectures.

I could hear my schoolmates laughing at me even during the breaks at the school court, ‘ You Kapa, go back there in the corner, on your own’. (I used to secretly cry at night biting my bed sheets so as not to be heard).

5. I recalled all these today because I went to my daughter’s school to talk to her teacher as she informed us that our daughter ‘is a trouble’.

I happened to arrive at school earlier and I looked into the classroom discretely. There, in the back of the room, I saw her. I saw our little girl sitting there, in the corner on her own, alone…

.

Sincerely,

Kapa

.

Translated into English on 29th April 2009

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008

Ο δικός της αγώνας

Μια φίλη, εδώ και πολυν καιρό, δίνει το δικό της ξεχωριστό αγώνα υπέρ των ατόμων με επιληψία.

Στο παρελθόν φιλοξενήσαμε ένα κείμενό της ( Αφιέρωμα σε μια αξιοθαύμαστη φίλη, την N-s )

Στο μπλογκ της (
http://nemertes.psfiles.com/?cat=8 ) έχει μια ενότητα με κειμενα για την επιληψία (επιληψία ).

Επισκεφτείτε την! Αξίζει τον κόπο!

Με αγάπη

Παράγραφος

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

- Μη φοβάσαι, μαμά, μη φοβάσαι !

Η κορούλα μας, όταν θέλει κάτι, το διατυπώνει σε ευθύ λόγο. Αν διψάει ή αν πεινάει ή αν θέλει βόλτα ή παιγνίδι με το σκυλάκι, ή να ζωγραφίσει ή να παίξει με το κομπιούτερ, τότε λέει: "θέλω νερό", "θέλω φαγητό", "θέλω βόλτα", "θέλω να παίξουμε με το σκυλάκι", "θέλω να ζωγραφίσω", "θέλω να παίξω στο κομπιούτερ" κοκ.

Το ίδιο κι όταν έχει πόνο στο αφτί, στο χέρι ή στην κοιλιά, ή αν χτυπήσει στο πόδι: -"άου, με πονάει το αφτί", -"με πονάει το χέρι", -"έπεσα και χτύπησα στο πόδι" κοκ.

Οταν όμως θέλει να περιγράψει τα συναισθήματά, τις απορίες ή τις ανησυχίες της, τότε χρησιμοποιεί τον ξεχωριστό, δικό της "πλάγιο λόγο"[ δες και εδώ ]. Αν πχ νιώσει φόβο, δεν θα πει "Μαμά, φοβάμαι", παρά θα μας κοιτάξει στα μάτια και θα μας πει -"Μη φοβάσαι!". Ή, αν δεν είναι καλά, θα μας κοιτάξει πάλι στα μάτια και θα πει: -"Είσαι καλά;"

Έτσι καταλαβαίνουμε ότι φοβάται κάτι και πως έχει ανάγκη να την αγκαλιάσουμε και να την καθησυχάσουμε, επαναλαμβάνοντας τα λόγια της: -"Μη φοβάσαι, σ΄ αγαπώ πολυ"! ΄Η να την ρωτήσουμε πώς είναι, κι αν είναι καλά και να μας πει "ναιαιαιαι"...

Χτες, μετά που συνήθλε από την κρίση, άρχισε τις "πλάγιες" ερωτήσεις και προτροπές της, οι οποίες είναι παρμένες ατάκες από την "Ντόρα" (ηρωίδα των παιδιών προσχολικής ηλικίας) προσαρμοσμένες όμως στην περίσταση:

- Τι συμβαίνει, μαμά. Συμβαίνει κάτι;

- Μη φοβάσαι, μαμά, μη φοβάσαι! Πέρασε!

- Έγινε κάτι; Τι έγινε, μαμά; Τι έγινε;

- Τίποτα, μαμά, τίποτα! Όλα εντάξει!


ΥΓ. Εμείς κοιταζόμασταν με ανάμικτα συναισθήματα και αργότερα συμφωνήσαμε πως κάποια στιγμή θα πρέπει να αρχίσουμε να εξηγουμε στο παιδί την κατάστασή του, για να μη μένουν μέσα του μετέωρα ερωτήματα , όπως για παράδειγμα, το γιατί χθες, ενώ ήταν με τα ξαδερφάκια του στο σπίτι στη θείας, ξανφικά βρέθηκε στο σπίτι μας, ξαπλωμένη και μισοναρκωμένη.